Το 1938, ο γάλλος σχεδιαστής Paul Arzens, παρουσίασε το ηλεκτρικό μοντέλο La Baleine, με αεροδυναμική εμφάνιση και σπόρ χαρακτηριστικά.
Το 1940, παρουσιάζεται ένα ακόμη ηλεκτρικό αυτοκίνητο, από την Peugeot αυτή τη φορά. Το μοντέλο διέθετε υφασμάτινη πτυσσόμενη οροφή, μονό εμπρόσθιο φωτιστικό προβολέα και ονομαζόταν VLV.
Την ίδια χρονιά παρουσιάζεται και ο πρώτος φορητός πομποδέκτης από την Motorola που εξέπεμπε στα ΑΜ. Χρησιμοποιήθηκε στα αστυνομικά περιπολικά της Αμερικής. Λόγω όμως του ότι η διασύνδεση γινόταν από τον ραδιοφωνικό σταθμό της κάθε πόλης ακουγόταν κατά την διάρκεια των συνομιλιών των αστυνομικών και το πρόγραμμα η και η μουσική που εξέπεμπε ο σταθμός.
Στα τέλη του 1940, ο Pierre Faure παρουσιάζει το 2θέσιο ηλεκτρικό μοντέλο του με την ονομασία Electra. Το συγκεκριμένο όχημαμε διέθετε σωληνοειδές πλαίσιο, έναν ηλεκτροκινητήρα, υδραυλικά φρένα μπροστά, αλυσίδα που μετέφερε την κίνηση στον άξονα των πίσω τροχών και έξι μπαταρίες χωρητικότητας 100 Ah η καθεμία, γεφυρωμένες στα 72 volt. Το αυτοκίνητο μπορούσε να αναπτύξει τελική ταχύτητα 40 χ.λ.μ/ώρα και η αυτονομία του κυμαινόταν από 50 έως 70 χιλιόμετρα, ανάλογα με τον αριθμό των εκκινήσεων, του φορτίου και των συνθηκών του δρόμου. Το αεροδυναμικό του αμάξωμα, ήταν σχεδιασμένο από τον Michel Dufet και η συνολική του παραγωγή εκτιμάται σε περίπου 20 αντίτυπα.
Το 1941, κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου, ο γάλλος μηχανικός Jean Albert Grégoire, ο οποίος εργαζόταν στην εταιρεία Compagnie Générale d'Electricite, παρουσίασε το ηλεκτροκίνητο cabriolet μοντέλο CGE, του οποίου η σχεδιαστική ανάπτυξη ξεκίνησε το 1939. Το CGE, διέθετε αλουμινένιο σασί και κατασκευάσθηκε σε 200 αντίτυπα. Διέθετε κιβώτιο τεσσάρων ταχυτήτων με επιπλέον όπισθεν, το οποίο χειριζόταν με το πόδι και μία φωτεινή ένδειξη στο ταμπλό, έδειχνε στον οδηγό ποιά ταχύτητα είχε επιλεγεί. Τα φρένα ήταν ταμπούρα σε κάθε τροχό και οι χαλύβδινοι τροχοί ήταν διάτρητοι για μείωση του βάρους. Το όχημα τρφοδοτούσαν 2 συστοιχίες μπαταριών έλξεως, με 8 μπαταρίες η καθεμία, οι οποίες βρίσκονταν στο εμπρός και πίσω μέρος του αυτοκινήτου. Το 1942, ένα CGE έκανε ρεκόρ αυτονομίας, διανύοντας απόσταση 250 χιλιομέτρων με μέση ταχύτητα 58 χ.λ.μ/ώρα.
Την άνοιξη του 1941, η γαλλική εταιρεία Paris-Rhône, παραγωγός μικρών ηλεκτροκίνητων τρικύκλων με έδρα τη Λυών, παρουσιάζει το μοντέλο Baby Rhone, του οποίου η παραγωγή σταμάτησε το 1950. Το τρίτροχο cabriolet, διέθετε κινητήρα 2,5 ίππων στις 2.300 σ.α.λ, αυτονομία 65 χιλιομέτρων, τελική ταχύτητα 30 χ.λ.μ/ώρα και ένα κάθισμα κατάλληλο για δύο λεπτούς ανθρώπους. Είχε μήκος μόλις 2500 mm, πλάτος 1200 mm και βάρος περίπου 450 κιλά εκ' των οποίων τα 210 κιλά αντιστοιχούσαν σε έξι μεγάλες μπαταρίες που βρίσκονταν κάτω και πίσω από το κάθισμα του οδηγού.
Επίσης, υπήρχε και μία μονοθέσια έκδοση με τον ίδιο τύπο κινητήρα (TA-14), αλλά η τάση λειτουργίας του κινητήρα περιορίσθηκε στα 24 volt με αντίστοιχη μείωση των επιδόσεων. Οι μπαταρίες ήταν τοποθετημένες σε μια βάση που φιλοξενούσε επίσης και τον κινητήρα, ο οποίος οδηγούσε τους δύο πίσω τροχούς. Ο μπροστινός τροχός τοποθετήθηκε σε ένα πιρούνι μοτοσικλέτας, αλλά ο μηχανισμός ήταν κρυμμένος από το αμάξωμα. Ο ηλεκτρικός κινητήρας λειτουργούσε στα 36 volt, απέδιδε ισχύ 2.5 ίππων στις 2.300 σ.α.λ. και έδινε στο Baby Rhone την τελική ταχύτητα των 30 χλμ/ώρα. Η αυτονομία του, άγγιζε τα 65 χιλιόμετρα. Τα αμαξώματα κατασκευάζονταν στα γειτονικά εργαστήρια Faurax και Chaussende.
Το 1942, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Έκθεση της Lyon το Baby Rhone II, μια κλειστή έκδοση του Baby Rhone. Το μικρό κουπέ κατασκευάστηκε από μια εταιρεία κατασκευής λεωφορείων που ονομαζόταν Faurax et Chassende και είχε τις εγκαταστάσεις τους στην οδό Saint-Priest στη Λυών, μερικές εκατοντάδες μέτρα κατά μήκος του δρόμου από το εργοστάσιο της Paris-Rhône.
Το 1942, Κατασκευάζεται από τον Paul Arzens, το τρίκυκλο ηλεκτρικό μοντέλο L'oeuf που σημαίνει αυγό στα γαλλικά. Το έφτιαξε για προσωπική του χρήση με σκοπό να τον μεταφέρει στους δρόμους του Παρισιού.
Το αμάξωμα ήταν κατασκευασμένο από plexiglass και με ειδικά σχεδιασμένο ηλεκτρικό κινητήρα μπορούσε να διανύσει 63 μίλια με ταχύτητα 65 χλμ/ώρα και μοναδικό επιβάτη τον οδηγό. Κυκλοφόρησε και στην αμερικάνικη αγορά.
Το 1944, η Moretti, παρουσίασε ένα επταθέσιο van με ηλεκτρικό κινητήρα.
Το 1947, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, το πετρέλαιο ήταν πολύ σπάνιο η ηλεκτρική ενέργεια άφθονη. Για το λόγο αυτό, υπήρξε μια περίοδος, κατά την οποία η ιαπωνική κυβέρνηση, προώθησε την κατασκευή ηλεκτρικών οχημάτων. Ετσι, το ηλεκτρικό μοντέλο Tama της κατασκευάστριας εταιρείας αεροσκαφών Tachikawa Aircraft, που παρουσιάσθηκε εκείνη τη χρονιά, κέρδισε μεγάλη φήμη.
Στις δοκιμές απόδοσης (που διεξήχθησαν από το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας), πέτυχε αυτονομία εύρους 96,3 χιλιομέτρων και τελική ταχύτητα 35,20 χλμ/ώρα. Το Tama, που ονομάσθηκε έτσι από την περιοχή στην οποία κατασκευαζόταν, χρησιμοποιήθηκε επίσης ως ταξί και σε παρόμοιους ρόλους μέχρι το 1950. Διέθετε έναν ηλεκτροκινητήρα 4,5 ίππων και είχε ικανότητα μεταφοράς φορτίου 500 κιλών.
Οι μπαταρίες, οι οποίες ήταν μολύβδου-οξέος με χωρητικότητα 162 Ah και τάση 40 volt, ήταν τοποθετημένες σε 2 χώρους που βρίσκονταν στο δάπεδο και ένα σε κάθε πλευρά του οχήματος, σε σειρόμενες θήκες με κυλινδρικά υποβοηθήματα, έτσι ώστε οι μπαταρίες να μπορούν να αλλάζονται γρήγορα.Τον Ιούνιο του 1948, η Tachikawa Aircraft άλλαξε το όνομά της και άρχισε τις δραστηριότητές της καθώς η Tama Electric Cars Co. έγινε Tama Cars Co.
Αυτές οι δύο εταιρείες ήταν υπεύθυνες για την κατασκευή του Tama Junior το 1948 (compact μέγεθος επιβατικού αυτοκινήτου) και του Tama Senior το 1949 (medium, μέγεθος επιβατικού αυτοκινήτου). Το 1952, η εταιρεία μετονομάσθηκε σε Prince Motor Co., Ltd, και το 1966, συγχωνεύθηκε με τη Nissan.